Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2014

Εμπνεύσεις



Ηταν ολόγυρα σκοτάδι
εμπνεύσεις να πάρει από πού?
Το έκανε φως
Με την θέληση του
Σκάβοντας τις μνήμες
Που μπορούσε ακόμη νάχει

Γυμνή η αλήθεια
Τον στράβωνε
Του έλιωνε τα μάτια
Παίρνοντας την μορφή της μάνας του
Κάνοντάς τον να γυρίσει αλλού
Για να γλιτώσει την ντροπή

Άλλοτε πάλι
Εμφανίζονταν σαν η γυναίκα του
Παραμορφωμένη ως ήχος οξύς
Του διάβρωνε τον νου
Απ’ την επιθυμία
Μένοντας απροστάτευτος απέναντι της

Ζήτησε προστασία απ το παιδί
Του άπλωσε τα χέρια
Μα το παιδί του έσφιξε τα δάχτυλα
Με τα μικρά χεράκια του
Σαν ατσαλένιες βίδες 
Ώστε να μη μπορεί να κινηθεί
Ούτε και να μιλήσει

Διαλύθηκε το είναι του
Ακίνητος
Και ανίκανος για οτιδήποτε άλλο
Πήρε την απόφαση του
Να ασελγήσει με το πτώμα του
Δίνοντας στο παρελθόν αξία
Απεναντι στο θαύμα της ελπίδας
Που κατοικεί στο μέλλον
Κι έτσι να γράφει τα βιώματά του
Αντλώντας από την δική του ιστορία
(Αθήνα Γενάρης 2014)